Trifontsompanis-lagadas.gr

ΣΤΟΝ ΑΪ- ΘΑΝΑΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΟΥΔΑΣ

ΣΤΟΝ ΑΪ- ΘΑΝΑΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΟΥΔΑΣ

Παπαδιαμαντικές εμπειρίες με το υφος του κυρ-Αλέξανδρου

Είχον παρέλθει περί τα τριάκοντα έτη ,ότε το πρώτον επεσκέφθην την Χωρούδαν, μικράν και εγκαταλελειμένην εκ των κατοίκων της, πολίχνην της επαρχίας μας , κειμένην βορειοανατολικώς του Λαγκαδά, επί του όρους Βερτίκου, εις μίαν καταπληκτικήν τοποθεσίαν, εντός του δασώδους της περιοχής, και μίαν διαδρομήν ιδιαιτέρου κάλους,, όπου ο φιδωτός χωμάτινος δρόμος, θυμίζει τας εν αγίω Όρει διαδρομάς. Αι δρεις και αι καστανέαι, μετά της φτελιάς και της κρανιάς , πλουτίζουν το δασώδες της περιοχής, αρώματα φασκομηλιάς και εκρηκτικής ρίγανης προκαλούν τας αισθήσεις, τα δε πετεινά του ουρανού, αετοί και ιέρακες, και όλα τα άλλα γλυκόλαλα πτηνά, προσφέρουν δόξαν αινέσεως και ευχαριστίας τω πλάστη και δημιουργώ . Η ανάμνησις και μόνον της επισκέψεως εκείνης έφερε εις τον νούν την πρώτην εκείνην γνωριμίαν μου με τον τόπον που όλοι οι κάτοικοί του, είχον εγκαταλείψει συνεπεία των δυσκόλων περιστάσεων και του εμφυλίου σπαραγμού του ΄49. Τα σπίτια εις ερειπειώδη κατάστασιν, το σχολείον πετρόκτιστον και επί μέρους υψηλού, δέσποζε της μικράς πολίχνης, πλην όμως η φθορά και ο χρόνος είχον επιφέρει μαγάλας ζημίας, εις την στέγην. Σήμερον δεσπόζει ανακαινισμένον και έτοιμον να δεχθεί την λαογραφικήν συλλογήν του χωρίου. Το μοναδικόν τότε ζωζόμενον κτίριον του χωρίου, ήτο ο ενοριακός ναός του αγίου Αθανασίου του Μεγάλου πατριάρχου Αλεξανδρείας, όστις έμεινε , μόνος μόνω τω θεώ , άγρυπνος φύλαξ της πολίχνης, προστάτης και πολιούχος αυτής, όπως πάντα. Η γραφική και μοναδική φιγούρα του τοπίου , ο αείμνηστος κυρ-Πέτρος, κτηνοτρόφος και χοιροβοσκός, ήτο η μοναδική παρηγορία και συντροφία του αγίου, όστις συχνάκις κατέφευγε και αυτός και τα ζώα του εις τον ναόν, όταν οι καιρικές συνθήκες τους απειλούσαν . Στην παρατηρησή μου, τότε, γιατί επιτρέπει να μπαίνουν τα ζώα εις τον μικρόν ναϊσκον , με τα ωραιοτάτας μεταβυζαντινάς τοιχογραφίας του, ο απλούς εκείνος βοσκός , μεθ΄όλης της φυσικότητος απήντησεν ότι και τα ζωντανά είναι πλάσματα του θεού, και π ρός τίνα να καταφύγουν άραγε ; αφού αλλού δεν υπήρχε τόπος παρηγορίας και φυλάξεως; Άλλωστε και ο Χριστός εις το σπήλαιο πρώτα την αγάπη των αλόγων ζώων εδέχθη.
Έκτοτε παρήλθον έτη αρκετά, μη δυνάμενα όμως να απαλείψωσιν από την μνήμην την ωραίαν εκείνην ανάμνησιν των νεανικών μου χρόνων .Μετ΄ου πολύ ήσχολήθην πάλιν με τον μικρόν ναίσκον, αλλ΄εις επιστημονικόν πλέον πεδίον. Η πρόσφατος επίσκεψίς μου είχεν να κάμει με την θείαν λειτουργία που θα ετελείτο εις τον ναόν του αγίου Αθανασίου, όπου ο συνώνυμός του παπα-Θανάσης, μοι εκάλεσε δια να τον ξελειτουργήσω, μη έχων άλλον ψάλτην προς τούτο.
Την προηγουμένην , Σάββατο εσπέρας, ο ευλαβής λευίτης μετά της ευσεβεστάτης και πάντοτε συμπαραστάτιδος πρεσβυτέρας του, ανήλθον εις το χωρίον προς ευπρεπισμόν του ναϊσκου, και ετοιμασίαν των σχετικών προς την τέλεσιν της αναιμάκτου μυσταγωγίας, πραγμάτων. Την Κυριακήν λοιπόν ,λίαν πρωί, αχάραγα ακόμη , αυτός μεν, μετά της πρεσβυτέρας του έφθασαν εις την Χωρούδαν, ημείς δε μετά μελών της οικογενείας μας , και τη ευγενή φροντίδι του οδηγού μας και συμψάλτου Αστερίου, εφθάσαμε, ότε ο επίτροπος του ναίσκου, εκτύπα την πρώτην καμπάναν δια την σύναξιν των ολίγων πιστών που κατοικούν κατά το θέρος εις την μικράν πολίχνην, που ήρχισε ολίγον κατ΄ολίγον να αποκτά ζωήν και κίνησιν , καθώς ήδη ανακαινίσθησαν περί τας τριάκοντα οικίας.

Η συγκίνησις μεγάλη, διότι ήτο η πρώτη φορά που θα συλλειτουργούσαμε εις τον ναόν του αγίου, ο οποίος κατάφερε με την υπομονήν του και τον αγώναν του ,να κρατήσει την εκκλησίαν του άφθορον, από τον χρόνον αλλά και την μανίαν των ανθρώπων, αλλά ιδού τώρα, συμβάλλει και εις την αναζωπύρωσιν της αγάπης των κατοίκων του χωρίου δια την γενέτειράν των. Ημέρα λαμπρά, η 17η Ιουλίου, της μεγαλομάρτυρος αγίας Μαρίνης και των αγίων Πατέρων των συγκροτησάντων την Τετάρτην Οικουμενική Σύνοδον. Εις τον όρθρον εψάλαμε τον κανόνα των αγίων Πατέρων και της αγίας , κατακλείοντες με το ωραιότατον δοξαστικόν «των αγίων πατέρων ο χορός», το οποίον μετά ζήλου και πόθου εψάλλαμε, παρά το βραχνόν της φωνής και την μη εξιδιασμένην γνώσιν περί την βυζαντινήν μελουργίαν . Πάντως εφροντίσαμε τον Δ΄ ήχο της ημέρας, να τον διαφυλάξωμεν έως τέλους παρά την άγνοιά μας, εν τούτοις ότε ο συμψάλτης Αστέριος, αντελαμβένετο ότι εξωκοίλαμε εκ του ήχου, εμωρμύριζεν χαμηλοφώνως, «λέγετος…», δια να υπενθυμίζει τοιουτοτρόπως τον ήχον της ημέρας. Ο ναίσκος ευωδίαζεν όλος από το μελισοκέρι και το ευώδες θυμίαμα. Ο κυρ-Βασίλης , ο επίτροπος , εκτύπησεν την καμπάναν και εις τας καταβασίας και εις την δοξολογίαν, μεθ΄όλης της δυνάμεώς του, δια να ακουστεί ο ήχος και εις τας ακραίας οικίας και τας παρυφάς του χωρίου. Εισήλθομεν εις την θείαν λειτουργίαν μετά κατανύξεως, ο παπα-Θανάσης έψαλλε και ανεγίνωσκε τας ευχάς μετά πάσης ευλαβείας , και ο λαός μετά προσοχής και άκρας σιγής μετείχε του ιερού μυστηρίου. Οι άγιοι των τοιχογραφιών λες και εζωντάνεψαν εξαίφνης, όλοι λεβέντες στρατιωτικοί άγιοι , στήριγμα του λαού κατά τους χαλεπούς χρόνους, με τα κοντάρια και τας σπάθεις των, έτοιμοι λες να συντρέξουν τον λαόν του θεού , ανά πάσαν στιγμήν, ακόμα και εις την δύσκολον αυτήν εποχικήν συγκυρίαν. Η ωραιοτάτη μορφή του αγίου Μερκουρίου με το δόρυ ανα χείρας, και την γαληνιαίαν μορφήν του , διαβεβαιώνει θαρρείς τον προσκυνητή, δια την διάθεσίν του, να αντιμετωπίσει και πάλι επιβουλάς αλλοτρίων και νέων εχθρών , ως άλλοτε Ιουλιανόν τον Παραβάτην. Εις το σημείον εκείνο όπου ο ιερεύς εμνημόνευσε το όνομα του οικείου επισκόπου Ιωάννου, προέτρεψε μετ΄ευλαβείας τους πιστούς να μνημονεύσωσι και αυτοί τους οικείους των στο «και ών έκαστος κατά διάνοιαν έχει και πάντων και πασών» , καθώς οι ψάλται χαμηλοφώνως έψαλλον το «Κύριε ελέησον». Τα ολίγα βρέφη που μετείχαν της λειτουργικής αυτής συνάξεως , έμειναν ηρέμως εις τας αγκάλας των μητέρων των, ο δε μικρός Στυλιανός εκοιμήθη προς στιγμήν εις την πεζούλαν του εξωνάρθηκος, διότι το πρωινόν ξύπνημα του εστέρησε τον κεκανονισμένον ύμνον, τον οποίον εσυμπλήρωνε τώρα , υπό την σκέπην του ταπεινού ναίσκου του αγίου Αθανασίου, εν μέσω αρωμάτων και χρωμάτων του όρους Βερτίσκου .Εις το κοινωνικόν οι μητέρες ητοίμασαν τα βρέφη δια την θείαν μετάληψιν, και προσήλθον «μετά φόβου θεού πίστεως και αγάπης».
Ότε απολύσαμεν την θείαν λειτουργίαν και ο παπα-Θανάσης κατέλυε, ανεγνώσθη μετά πάσης αιδούς και ευλαβείας η ακολουθία της ευχαριστίας της μεταλήψεως και βοηθούσης της πρεσβυτέρας ετοίμασεν τον μποξάν του, με τα άμφια και τα σκέυη, και μετέβημεν εις την πλησιεστέραν οικίαν του κυρ-Βασιλείου, δια το κεκανονισμένον κέρασμα και τον καφέ. Πλούσια τα ελέη του Θεού και μεγάλη η αγάπη και η ευλάβεια των ανθρώπων.Περί την 12ην μεσημβρινήν ανεχωρήσαμεν δια τας οικίας μας, εν μέσω της ωραιοτάτης , δασώδους διαδρομής, και των συριγμών των πτηνών του δάσους , καθώς και της μονότονης μεν ,αλλά γνωστής μελωδίας των τζιτζικιών. Άμποτε να μας αξιώσει ο Θεός και ο Αϊ-Θανάσης να λάβωμεν και πάλιν την ευλογίαν των.
Τρύφων Τσομπάνης