Το Σαλτσοποιείο της Ε.Γ.Σ.ΛΑΓΚΑΔΑ
Ο Ιούλιος κι ο Αύγουστος ήταν για την πόλη του Λαγκαδά μήνες μπερεκετλήδες, δηλαδή πλούσιοι, γιατί η γη του τόπου μας αντάμειβε τους κόπους των ανθρώπων πλουσιοπάροχα με τους καρπούς της. Ντομάτες, μελιτζάνες, πιπέρια, καρπούζια, πεπόνια, κολοκυθάκια κι ό,τι άλλο τραβούσε η όρεξή μας. Οι δρόμοι του Λαγκαδά γεμάτοι με κάρα , τρακτέρ, φορτηγά, περίμεναν υπομονετικά τη σειρά τους να παραδώσουν τη σοδειά τους στο Κονσερβοποιείο Λαγκαδά!
Κάθε βράδυ κοιτώντας το ηλιοβασίλεμα θέλοντας και μη το βλέμμα μου πέφτει στη μεριά που διαγράφεται η σκιά του. Ψηλό,αγέρωχο, ακίνητο, λογχίζει τον ουρανό και πασχίζει θαρρείς να τον ενώσει με την πόλη μας. Βλέποντάς τώρα και σκεπτόμενος την ιστορία του θάλεγε κανείς ότι είναι ο «πύργος της Βαβέλ» του Λαγκαδά, ένας πύργος που τόλμησε κάποτε να φέρει την ανάπτυξη στο τόπο μας και που μπορεί να μη μπερδεύτηκαν οι γλώσσες των ανθρώπων, αλλά σήμερα χάνει κανείς τη μιλιά του μαθαίνοντας την σαραντάχρονη ιστορία του και την προκοπή του.
Αναφέρομαι στο φουγάρο του κονσερβοποιείου της Ένωσης Γεωργικών Συνεταιρισμών Λαγκαδά, ναι στο γνωστό σε όλους μας Σαλτσοποιείο, το πρώτο εργοστάσιο κονσερβοποιίας στης Ελλάδα που δημιουργήθηκε πριν από 60 περίπου χρόνια.
Μια επίσκεψη σήμερα στο χώρο σου φέρνει αποστροφή για το κατάντημα. Ερημιά, καταστροφή, εγκατάλειψη, λεηλασία… Κι όμως αυτό το εργοστάσιο κάποτε έδινε δουλειά και ψωμί σε τριακόσιες περίπου οικογένειες, έσφυζε από ζωντάνια και παραγωγή, έδινε ανάσα στους παραγωγούς και γεωργούς της περιοχής μας, τροφοδοτούσε με τα προϊόντα του τα Βαλκάνια, τα Αραβικά Εμιράτα ακόμα και την Κίνα και τώρα κατάντησε νεκροταφείο ονείρων και προοπτικών.
Η ζωή και η δράση του ξεκίνησε στα 1957, μας διηγείται ο κυρ-Βασίλης Κώστας, ένας από τους πρώτους εργαζομένους στην επιχείρηση, που δημιουργήθηκε ως έμπνευση των ανθρώπων που ίδρυσαν την ένωση γεωργικών συνεταιρισμών της περιοχής Λαγκαδά.Μέσα σε ένα εξάμηνο σχεδόν δημιουργήθηκαν οι πρώτες υποδομές, χτίστηκε το λεβητοστάσιο και το κυτιοποιείο, σε λίγο οργανώθηκε το τμήμα κονσερβοποιίας, ήρθαν τα πρώτα μηχανήματα από την Πάρμα της Ιταλίας, οι ιταλοί μηχανικοί Άντζελο και Φράνκο, ανέλαβαν να στήσουν τα μηχανήματα και να εκπαιδεύσουν το πρώτο προσωπικό, ανοίχτηκαν οι υποδομές για την ανέγερση του φουγάρου ώστε να μη ρυπαίνεται η περιοχή με τον καπνό του εργοστασίου. Η βάση του φουγάρου και θεμελίωσή του 14χ14 και 1,70 βάθος για να μπορεί να σηκώσει όλο τον όγκο και το βάρος, με τα χέρια το έσκαψαν τα παλληκάρια, δεκαοχτώ τόνοι σίδερο δεν έφτασαν, και ο μηχανικός Νικόλας Λαγός από τον Πειραιά με τον γιό του ανέλαβαν την οικοδόμηση του έργου,η εμπειρία του αναγνωρισμένη αφού είχε φτιάξει όλα τα φουγάρα των τότε εργοστασίων. Από κοντά και οι εργάτες του εργοστασίου να βοηθούν για την γρήγορη αποπεράτωση του έργου. Σαράντα μέτρα και δέκα εκατοστά το ύψος του και στην κορφή ένα αλεξικέραυνο για την προστασία της μονάδος αλλά και της πόλης.Πόσες φορές δεν γλίτωσε τη πόλη από τους κεραυνούς! Ο Βασίλης, λεπτός και ευέλικτος ανέβηκε ως την κορυφή για το στήσιμο του αλεξικέραυνου.Με τον σεισμό του ’78 ταράχτηκε σύγκορμο και έπεσαν τα ψηλότερα δύο-τρία μέτρα.
Το έργο τελείωσε και η παραγωγή ξεκίνησε στην αρχή με 150 τόνους ημερησίως και έφτασε του 600 τόνους σε λίγο καιρό. Όλη η Ελλάδα έτρωγε προϊόντα της ΕΓΣΛ , οι αφίσσες κοσμούσαν τα μαγαζιά και τα μεγαλομπακάλικα της θεσσαλονίκης και η αφίσα στη ταινία του «Μπακαλόγατου» με τον Χατζηχρήστο, ακόμα και σήμερα καμαρώνει στο πλάνο του Ζήκου. Εκατόν σαράντα χιλιάδες δραχμές (140.000), θυμάται ο κυρ-Βασίλης, πλήρωσε τότε το συμβούλιο για την διαφήμιση αυτή. Η παραγωγή αυξάνονταν καθημερινά, και τα προϊόντα δεν περιορίστηκαν μόνο στην σάλτσα και τον χυμό ντομάτας, αλλά και σε κομπόστες, μαρμελάδες, χυμούς φρούτων, φασολάκια, μπάμιες, μπιζέλια και ότι μπορούσε να αξιοποιηθεί από τον κάμπο του Λαγκαδά.Τα φορτηγά του εργοστασίου περιέρχονταν την πόλη και τα διπλανά χωριά και μοίραζαν φασολάκια, μπάμιες, μπιζέλια για να καθαριστούν, γιατί οι εργάτες του εργοστασίου δεν προλάβαιναν τους παραγωγούς. Όλη η πόλη είχε να ωφεληθεί καθώς εισέπραττε από το εργοστάσιο τριάντα λεπτά το κιλό!!!Πόσες οικογένειες δεν έζησαν απ’ αυτό! Πόσοι φοιτητές δεν βγάλαμε το χαρτζιλίκι μας δουλεύοντας τα καλοκαίρια!Τα τρακτέρ και τα κάρα επί μέρες περίμεναν για να παραδώσουν την παραγωγή τους στο εργοστάσιο το οποίο δούλευε σε τρείς βάρδιες.Πρώτος τεχνικός διευθυντής ο Ρωμανός και πρώτοι χημικοί οι Παπαπαναστάσης και κατόπιν ο Ηλίας Πρωτόπαπας, ένας δραστήριος μορφωμένος και πανέξυπνος άνθρωπος. Ο άγγλος έμπορος Ραχάλ έρχονταν και έμενε μέρες στην πόλη για παρακολουθήσει και να εποπτεύσει ο ίδιος τις παραγγελίες του, όλη η πόλη σε διαρκή αγώνα και δραστηριότητα μέχρι που οι πρώτοι εμπνευστές έφυγαν, ήρθαν νεώτεροι που δεν πόνεσαν το στήσιμο του έργου, μπήκε στη ζωή η νόσος του αρρωστημένου συνεταιρισμού, που νοιάζονταν για το βόλεμα και ποιος θα διορίσει πιο πολλούς στη δουλειά, με αποτέλεσμα να μειώνεται η παραγωγή και να χρεώνεται η επιχείρηση. Το εργοστάσιο που κάποτε η σειρήνα του ήταν το ρολόϊ για όλη την πόλη γιατί ξέραμε πότε ξεκινάει η πρωϊνή, και πότε η απογευματική ή βραδινή βάρδια, έπαψε να αποτελεί σημείο αναφοράς και ζωής για την πόλη μας.Βημάτισε αργά και ασθενικά μέχρι το 1997 και έκτοτε παραδόθηκε στη λήθη και την ανυπαρξία, αλλά και στην καταστροφική μανία των ανθρώπων που πλιατσικολόγησαν στην περιουσία του και κατέκλεψαν τα μηχανήματα και ό,τι μεταλλικό στοιχείο υπήρχε.
Ξήλωσαν ακόμα και τις σκεπές, χωρίς καμιά αντίδραση, χωρίς κανένας να ενδιαφερθεί για αυτό τον χώρο.Μάθαμε ότι κατόπιν κατασχέθηκε από την Αγροτική Τράπεζα, και φυσικά τώρα πέρασε στα χέρια της Τράπεζας Πειραιώς, που αμφιβάλω αν η διοίκησή της γνωρίζει την ύπαρξή του. Σε άλλα μέρη τα παλιά εργοστάσια μετατρέπονται σε βιομηχανικά μουσεία, ή σε χώρους πολιτισμού, σε μας η παράδοση θέλει την αδιαφορία να είναι το βασικό στοιχείο της ιστορίας της πόλης μας, δεμένο θαρρείς άρρηκτα μαζί της.Μια χρόνια κατάρα! Ένας τεράστιος χώρος τελείως ανεκμετάλλευτος και μάλιστα χώρος που εγκυμονεί κινδύνους γιατί συχνά στεγάζει την περιθωριακότητα.Μια επιστολή που στείλαμε στον «Πολιτιστικό Όμιλο της Τράπεζας Πειραιώς» ,περιμένει ακόμα την απάντηση της.Δεν βαριέστε!!! Δεν είναι το μόνο στοιχείο της πόλης μας που σε κάνει να μελαγχολείς!!!Δυστυχώς το σύνδρομο της Βαβέλ συνεχίζεται. Πώς λοιπόν να συνεννοηθούμε;